ΟΙ “ΦΙΛΟΙ” ΜΑΣ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ …

Μετά την καταστροφή της Σμύρνης και το τέλος της Μικρασιάτικης Εκστρατείας, οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τις σορούς των Ελλήνων που δεν πρόλαβαν να διαφύγουν προς τα νησιά  και των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στις μάχες και αντί να τους θάψουν, τους έκαψαν και πούλησαν τα οστά τους ως λίπασμα στην Ευρώπη!

Η ασέβεια στην μνήμη των νεκρών και η βάρβαρη και αποτρόπαια πράξη, αποτελεί μια άνευ προηγούμενου κτηνωδία που εκτός των άλλων, αποκαλύπτει τα άγρια ένστικτα των εξ ανατολών γειτόνων μας, το μίσος και την ακραία εκδικητικότητα, εναντίον της Ελλάδος.

50.000 ΝΕΚΡΟΙ 400 ΤΟΝΟΙ… ΛΙΠΑΣΜΑ – Όπως αποκαλύπτεται, τον Δεκέμβριο του 1924, η κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ  πούλησε 400 τόνους ανθρώπινα οστά σε Γάλλους επιχειρηματίες για «βιομηχανική χρήση». Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ

Την παρουσία μεγάλου αριθμού ανθρώπινων λειψάνων στη Μικρά Ασία έχει γράψει ο Ηλίας Βενέζης . Τον Σεπτέμβριο του 1922, σε ηλικία 18 ετών, ο Βενέζης συνελήφθη, αιχμαλωτίστηκε και υποδουλώθηκε σε ένα τάγμα εργασίας. Από τους 3.000 που στρατολογήθηκαν στην ταξιαρχία εργασίας του μόνο 23 επέζησαν.

 Ο Βενέζης αργότερα έγραψε τα απομνημονεύματά του περιγράφοντας την εμπειρία του. Στο κεφάλαιο 18 των απομνημονεύσεών του , ο Βενέζης αφηγήθηκε πώς μια ομάδα αιχμαλώτων οδηγήθηκαν σε μια χαράδρα λίγο έξω από τη Μαγνησία (σήμερα Μανίσα) και τους διατάχθηκε να κρύψουν τα λείψανα δεκάδων χιλιάδων χριστιανών που είχαν σφαγιαστεί.

 Ο Βενέζης έγραψε: «Ένα πρωί έβγαλαν περίπου 60 αιχμαλώτους να κάνουν δουλειά σε ένα μέρος λίγο έξω από τη Μαγνησία (σήμερα Μανίσα). Απέναντι από τις γραμμές του σιδηροδρόμου κοντά στον Σίπυλο βρίσκεται το τελικό σημείο μιας μεγάλης χαράδρας. Το λένε Kirtik-Dere. 

Μέσα σε αυτή τη χαράδρα υπολογίστηκε ότι είχαν σκοτώσει περίπου σαράντα χιλιάδες χριστιανούς από τη Σμύρνη (Σμύρνη) και τη Μαγνησία κατά τις πρώτες ημέρες του Ολοκαυτώματος στη Σμύρνη. αρσενικά και θηλυκά.

 Τα σώματα είχαν λιώσει τον χειμώνα και το νερό του φαραγγιού που κατέβαινε από ψηλά έσπρωχνε τα πτώματα πιο κάτω.

 Η δουλειά μας όλη μέρα ήταν να σπρώχνουμε πίσω τα πτώματα για να μην φαίνονται.

Μεσημέρι.

 Βαρεμένοι απ’ αυτό το πάνε-έλα. Περπατούμε αργά, ναρκωμένοι από τον φρέσκο ήλιο.

 Κ’ οι κουβέντες, τ’ άγαρμπα αστεία έχουν σταματήσει. Κανένας δε βγάζει μιλιά. 

Μοναχά όταν ένας βρήκε ένα μικρό κρανίο το έδειξε στους αλλουνούς.

– Για δέστε, είπε.

 Ήταν παιδάκι.

– Αλλάχ!… Αλλάχ!… μουρμουρίζει ταραγμένος ο μαφαζάς.

Καθίσαμε να φάμε ψωμί.

 Κανείς δεν έχει όρεξη.

 Ένας λέει:

– Πόσω χρονώ να ‘ταν;

– Για το παιδάκι λες;

– Ναι.

– Τι θα ‘ταν; Κάνα-δυο χρονώ….

Σαν πέσαμε στο δρόμο να γυρίσουμε στο στρατόπεδο ο νους μας δεν μπορούσε να φύγη απ’ τον τόπο που αφήσαμε.

 Η χαράδρα με τους σκελετούς βάραινε κυριαρχικά -κάτι κουνιόταν, μας παρακολουθούσε βήμα με βήμα.

Σε μια πηγή σταθήκαμε. 

Πλύναμε τα χέρια μας, τα πρόσωπά μας.

 Σα ν’ αλαφρώσαμε.

– Τι θα γίνουν τόσα κόκαλα;

 Αναρωτιέται μια στιγμή ένας.

Ο Μίλτος τον κοιτάζει ήρεμα.

– Δεν ξέρεις τι γίνεται με τα κόκαλα;

– Όχι.

– Κοπριά, σύντροφε.

– Τι έκανε, λέει;

– Κοπριά, σύντροφε.

 Θα δεις μια μέρα που θα μοσκοπουληθούν. Θα δης…

Ηταν ταξιδεμένος ο Μίλτος.

 Ηξερε».

* Από το βιβλίο «Το νούμερο 31328. Το βιβλίο της σκλαβιάς», εκδ. Εστία, Αθήνα, 1931,  σελ. 217 -218.

Comments Off on ΟΙ “ΦΙΛΟΙ” ΜΑΣ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ …

Filed under ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Comments are closed.